Select Page

Τα κατάγματα αναφέρονται σε σπασίματα ή ρωγμές στα οστά, τα οποία μπορεί να εμφανιστούν οπουδήποτε στα άνω άκρα, συμπεριλαμβανομένου του ώμου, του βραχίονα, του αγκώνα, του αντιβραχίου, του καρπού και του χεριού.

Η κατανόηση αυτών των καταγμάτων βοηθά στη σωστή διάγνωση και θεραπεία, εξασφαλίζοντας τη βέλτιστη αποκατάσταση και λειτουργία.

Τύποι καταγμάτων των άνω άκρων

  1. Κάταγμα της κλείδας

– Αιτίες: Συχνά οφείλεται σε άμεση πρόσκρουση ή πτώση στον ώμο.

– Συμπτώματα: Πόνος, πρήξιμο, μώλωπες, δυσκολία στην κίνηση του βραχίονα.

– Θεραπεία: Ακινητοποίηση, χειρουργική επέμβαση σε σοβαρές περιπτώσεις.

  1. Κάταγμα ώμου

– Αιτίες: Πτώσεις, τραύμα, άμεση πρόσκρουση.

– Συμπτώματα: Πόνος, πρήξιμο, παραμόρφωση, δυσκολία στην κίνηση του βραχίονα.

– Θεραπεία: Νάρθηκας, χειρουργική σταθεροποίηση ανάλογα με τη σοβαρότητα του κατάγματος.

  1. Κατάγματα κερκίδας και ωλένης (αντιβραχίου)

– Αιτίες: Πτώση σε τεντωμένο χέρι, άμεση πρόσκρουση.

– Συμπτώματα: Πόνος, οίδημα, παραμόρφωση του καρπού ή του αντιβραχίου.

– Θεραπεία: Νάρθηκας, χειρουργική επέμβαση για σύνθετα κατάγματα.

  1. Κατάγματα του αγκώνα

– Αιτίες: Πτώσεις, τραύματα, αθλητικοί τραυματισμοί.

– Συμπτώματα: Πόνος, πρήξιμο, αδυναμία κάμψης ή έκτασης του αγκώνα.

– Θεραπεία: Ακινητοποίηση, χειρουργική επέμβαση για σοβαρά κατάγματα.

  1. Κατάγματα καρπού και του χεριού

– Αιτίες: Πτώσεις, αθλητικοί τραυματισμοί, κατάγματα που σχετίζονται με την οστεοπόρωση.

–  Συμπτώματα: Πόνος, πρήξιμο, δυσκολία στην κίνηση του καρπού ή/και των δακτύλων.

– Θεραπεία: Νάρθηκας, χειρουργική επέμβαση για ασταθή κατάγματα.

Διάγνωση

– Κλινική εξέταση: Κλινική εκτίμηση του πόνου, του οιδήματος, της παραμόρφωσης.

– Απεικόνιση: Ακτίνες Χ, αξονικές τομογραφίες για τον προσδιορισμό του τύπου και της σοβαρότητας του κατάγματος.

Θεραπευτικές επιλογές για τα κατάγματα του άνω άκρου

Η θεραπεία των καταγμάτων του άνω άκρου ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο, τη θέση και τη σοβαρότητα του κατάγματος. Οι βασικοί παράγοντες που επηρεάζουν τη θεραπεία περιλαμβάνουν την παρουσία μετατόπισης και τη συνολική υγεία του ασθενούς. Παρακάτω παρατίθεται λεπτομερής ανάλυση των κύριων θεραπευτικών επιλογών:

  1. Μη χειρουργικές θεραπευτικές επιλογές

Για λιγότερο σοβαρά κατάγματα, όπου τα οστά παραμένουν σωστά ευθυγραμμισμένα και υπάρχει μια σχετική σταθερότητα του κατάγματος, συχνά προτιμάται η μη χειρουργική θεραπεία. Αυτή περιλαμβάνει την ακινητοποίηση της πληγείσας περιοχής για να επιτραπεί στο οστό να επουλωθεί με φυσικό τρόπο.

– Ακινητοποίηση (νάρθηκες, κηδεμόνες και αναρτήσεις)

– Πώς λειτουργεί: Το σπασμένο οστό ακινητοποιείται με τη χρήση γύψου, νάρθηκα ή κηδεμόνα, κρατώντας τα οστά στη θέση τους ενώ επουλώνονται. Αυτό αποτρέπει την κίνηση στο σημείο του κατάγματος και μειώνει τον κίνδυνο μετατόπισης.

– Συνήθεις χρήσεις: Μη μετατοπισμένα ή ελάχιστα μετατοπισμένα κατάγματα, όπως απλά κατάγματα καρπού ή κατάγματα βραχιονίου άξονα.

– Υλικά που χρησιμοποιούνται: Για την ακινητοποίηση χρησιμοποιούνται συνήθως γύψινα ή υαλοϋφασμάτινα εκμαγεία, ενώ για λιγότερο σοβαρά κατάγματα μπορεί να χρησιμοποιηθούν νάρθηκες ή κηδεμόνες.

– Διάρκεια: Η ακινητοποίηση διαρκεί συνήθως 4 έως 8 εβδομάδες, ανάλογα με το κάταγμα και την ηλικία του ασθενούς (τα παιδιά επουλώνονται ταχύτερα από τους ενήλικες).

– Λειτουργικοί κηδεμόνες

– Πώς λειτουργούν: Η λειτουργική ακινητοποίηση επιτρέπει κάποιο βαθμό κίνησης, ενώ εξακολουθεί να σταθεροποιεί το κάταγμα. Χρησιμοποιείται σε κατάγματα του βραχιονίου οστού και του αντιβραχίου, προωθώντας την επούλωση μέσω της φυσικής κίνησης εντός ενός ελεγχόμενου εύρους.

– Πλεονεκτήματα: Η έγκαιρη κινητοποίηση μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο δυσκαμψίας και να προωθήσει την ταχύτερη ανάρρωση.

– Κλειστή ανάταξη

– Πώς λειτουργεί: Σε περιπτώσεις όπου τα οστά είναι ελαφρώς παρεκτοπισμένα, μπορεί να πραγματοποιηθεί κλειστή ανάταξη. Αυτή η διαδικασία περιλαμβάνει χειροκίνητο χειρισμό των οστών στη θέση τους χωρίς χειρουργική επέμβαση.

– Πότε χρησιμοποιείται: Πραγματοποιείται συχνά για κατάγματα που δεν έχουν μετατοπιστεί σημαντικά, όπως τα κατάγματα της άπω κερκίδας.

– Φροντίδα μετά την επανατοποθέτηση: Μετά την επανατοποθέτηση, το κάταγμα ακινητοποιείται με γύψο ή νάρθηκα για τη διατήρηση της σωστής θέσης.

  1. Επιλογές χειρουργικής θεραπείας

Χειρουργική επέμβαση απαιτείται όταν τα κατάγματα είναι σοβαρά, μετατοπισμένα ή περιλαμβάνουν αρθρώσεις. Η χειρουργική επέμβαση διασφαλίζει τη σωστή ευθυγράμμιση, σταθεροποίηση και επούλωση, ιδίως για πολύπλοκα κατάγματα.

– Ανοικτή ανάταξη και εσωτερική οστεοσύνθεση (ORIF)

– Πώς λειτουργεί: Σε αυτή τη διαδικασία, ο χειρουργός πραγματοποιεί μια τομή στο σημείο του κατάγματος (ανοικτή ανάταξη), ευθυγραμμίζει εκ νέου τα οστά και τα σταθεροποιεί χρησιμοποιώντας υλικό όπως πλάκες, βίδες ή πείρους (εσωτερική σταθεροποίηση).

– Ενδείξεις:

– Κατάγματα που δεν μπορούν να ευθυγραμμιστούν σωστά με κλειστή ανάταξη (π.χ. μετατοπισμένα κατάγματα).

– Πολύπλοκα κατάγματα με πολλαπλά θραύσματα (συντριπτικά κατάγματα).

– Συμμετοχή αρθρώσεων, όπως κατάγματα αγκώνα ή καρπού που εκτείνονται στον αρθρικό χώρο.

– Πλεονεκτήματα: Η ORIF παρέχει ισχυρή σταθεροποίηση, επιτρέποντας την πρόωρη μετακίνηση και την ταχύτερη λειτουργική αποκατάσταση. Είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε κατάγματα που αφορούν αρθρώσεις που φέρουν βάρος ή που χρησιμοποιούνται έντονα, όπως ο αγκώνας ή ο καρπός.

– Αποκατάσταση: Οι ασθενείς συνήθως φορούν νάρθηκα ή γύψο μετά το χειρουργείο, ακολουθούμενη από φυσικοθεραπεία για την ανάκτηση της κίνησης και της δύναμης.

– Ενδομυελική ήλωση

– Πώς λειτουργεί: Μια μεταλλική ράβδος (ήλος) εισάγεται στην κεντρική κοιλότητα μακρών οστών όπως το βραχιόνιο οστό. Αυτό σταθεροποιεί το κάταγμα εσωτερικά, χωρίς την ανάγκη εκτεταμένων τομών ή πλακών.

– Ενδείξεις: Χρησιμοποιείται συνήθως για κατάγματα μακρών οστών, ιδίως του βραχιονίου.

– Πλεονεκτήματα: Αυτή η ελάχιστα επεμβατική διαδικασία προάγει την ταχύτερη ανάρρωση και επιτρέπει την πρώιμη κινητοποίηση του προσβεβλημένου άκρου.

– Εξωτερική οστεοσύνθεση

– Πώς λειτουργεί: Τοποθετούνται βελόνες στα οστικά θραύσματα και συνδέονται με ένα εξωτερικό πλαίσιο. Αυτό το πλαίσιο σταθεροποιεί το οστό ενώ επουλώνεται, ιδίως σε περιπτώσεις ανοικτών καταγμάτων όπου το δέρμα έχει υποστεί βλάβη ή όπου υπάρχει σημαντικός τραυματισμός των μαλακών μορίων.

– Ενδείξεις

– Σοβαρά κατάγματα με βλάβη των μαλακών μορίων.

– Ανοιχτά κατάγματα (όπου το οστό διαπερνά το δέρμα).

– Κατάγματα που σχετίζονται με σημαντικό οίδημα ή κίνδυνο μόλυνσης.

– Πλεονεκτήματα: Επιτρέπει τη φροντίδα του τραύματος και μειώνει τον κίνδυνο περαιτέρω βλάβης των μαλακών μορίων κατά την επούλωση.

– Διαδερμική σταθεροποίηση

– Πώς λειτουργεί: Οι βελόνες εισάγονται δια του δέρματος για να σταθεροποιήσουν τα οστικά θραύσματα. Πρόκειται για μια ελάχιστα επεμβατική τεχνική, που χρησιμοποιείται συχνά σε κατάγματα όπου αρκεί λιγότερο επεμβατική σταθεροποίηση.

– Ενδείξεις: Χρησιμοποιείται συνήθως σε κατάγματα του καρπού, του αγκώνα ή του χεριού.

– Πλεονεκτήματα: Λιγότερο επεμβατική από την ORIF, με λιγότερους κινδύνους μόλυνσης ή βλάβης των μαλακών μορίων. Χρησιμοποιείται συχνά σε παιδιατρικά κατάγματα για την ελαχιστοποίηση του χρόνου ανάρρωσης.

  1. Αποκατάσταση μετά τη θεραπεία

Ανεξάρτητα από το αν πραγματοποιείται χειρουργική επέμβαση, η αποκατάσταση παίζει καθοριστικό ρόλο στη διασφάλιση της βέλτιστης ανάρρωσης.

– Φυσικοθεραπεία

– Καθοδηγούμενες ασκήσεις για τη βελτίωση του εύρους κίνησης, της δύναμης και της ευελιξίας μόλις το οστό επουλωθεί επαρκώς. Η έγκαιρη παρέμβαση με φυσικοθεραπεία βοηθά στην πρόληψη της δυσκαμψίας, της μυϊκής ατροφίας και της απώλειας λειτουργικότητας. Η θεραπεία μπορεί να διαρκέσει από αρκετές εβδομάδες έως μήνες, ανάλογα με τη σοβαρότητα του κατάγματος και την ανταπόκριση του ασθενούς στη θεραπεία.

  1. Διαχείριση πόνου

Η διαχείριση του πόνου αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της θεραπείας των καταγμάτων, ιδίως κατά την άμεση περίοδο μετά το κάταγμα ή μετά τη χειρουργική επέμβαση.

Η θεραπεία των καταγμάτων του άνω άκρου μπορεί να κυμαίνεται από απλή ακινητοποίηση έως πολύπλοκες χειρουργικές επεμβάσεις. Η επιλογή της θεραπείας εξαρτάται από τον τύπο και τη σοβαρότητα του κατάγματος, τη γενική κατάσταση της υγείας του ασθενούς και τις ειδικές απαιτήσεις που τίθενται στο πάσχον άκρο. Η έγκαιρη διάγνωση και η κατάλληλη αντιμετώπιση, σε συνδυασμό με τη φυσική αποκατάσταση, είναι απαραίτητες για την επιτυχή αποκατάσταση της πλήρους λειτουργίας του άνω άκρου.