Το κάταγμα κλείδας είναι ένα αρκετά συχνό κάταγμα το οποίο μπορεί να συμβεί μετά από πτώση, τροχαίο ατύχημα ή και από κάκωση κατά τη διάρκεια αθλητικής δραστηριότητας όπως η ποδηλασία.
Τα κατάγματα κλείδας παραδοσιακά αντιμετωπίζονταν συντηρητικά αλλά αυτό έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια. Ας δούμε σε ποιες περιπτώσεις ενδείκνυται χειρουργική αντιμετώπιση ενός κατάγματος κλείδας και γιατί.
1. Σημαντική παρεκτόπιση
– Πότε: Η χειρουργική επέμβαση ενδείκνυται όταν τα θραύσματα του κατάγματος είναι σημαντικά παρεκτοπισμένα, δηλαδή τα άκρα των οστών δεν βρίσκονται σε σωστή ευθυγράμμιση.
– Γιατί: Η σωστή ευθυγράμμιση είναι ζωτικής σημασίας για τη σωστή επούλωση της κλείδας. Η μετατόπιση μεγαλύτερη από 2cm ή η εφίπευση των θραυσμάτων αυξάνει τον κίνδυνο μη πώρωσης (το οστό δεν επουλώνεται) ή κακής πώρωσης (επούλωση σε λάθος θέση). Η χειρουργική επέμβαση διασφαλίζει την ευθυγράμμιση και τη σταθεροποίηση του οστού, οδηγώντας σε καλύτερα αποτελέσματα για τη λειτουργία και την εμφάνιση του ώμου.
2. Συντριπτικό κάταγμα
– Πότε: Εάν το κάταγμα είναι συντριπτικό (το οστό έχει σπάσει σε πολλά κομμάτια), ειδικά στο μέσο της κλείδας.
– Γιατί: Τα πολλαπλά θραύσματα κατάγματος μπορεί να δυσχεράνουν τη φυσική επούλωση του οστού. Η χειρουργική επέμβαση με πλάκες και βίδες μπορεί να σταθεροποιήσει τα θραύσματα, επιτρέποντάς τους να επουλωθούν στη σωστή θέση, βελτιώνοντας τις πιθανότητες πλήρους ανάρρωσης.
3. Ανοικτό κάταγμα
– Πότε: Χειρουργική επέμβαση απαιτείται αμέσως εάν το κάταγμα είναι ανοικτό, δηλαδή το οστό έχει διαπεράσει το δέρμα.
– Γιατί: Τα ανοικτά κατάγματα ενέχουν υψηλό κίνδυνο μόλυνσης και απαιτείται επείγουσα χειρουργική επέμβαση για τον καθαρισμό του τραύματος, την ανάταξη του κατάγματος και τη σταθεροποίηση του οστού με εσωτερική σταθεροποίηση για την πρόληψη περαιτέρω βλάβης και την προώθηση της επούλωσης.
4. Βλάβη σε νεύρο ή αγγείο
– Πότε: Χειρουργική επέμβαση απαιτείται εάν το κάταγμα συνδέεται με τραυματισμό των γύρω αιμοφόρων αγγείων ή νεύρων.
– Γιατί: Η κλείδα βρίσκεται κοντά σε σημαντικές δομές, συμπεριλαμβανομένων των αιμοφόρων αγγείων και των νεύρων. Ένα κάταγμα που θέτει σε κίνδυνο αυτές τις δομές μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές, συμπεριλαμβανομένης της μειωμένης λειτουργίας του βραχίονα ή της ροής του αίματος. Η χειρουργική επέμβαση πραγματοποιείται για την αποκατάσταση του οστού και την προστασία ή την αποκατάσταση των τραυματισμένων αγγείων ή νεύρων.
5. Σοβαρή βράχυνση (πάνω από 2cm)
– Πότε: Σε περιπτώσεις σοβαρής βράχυνσης της κλείδας (άνω των 2cm) λόγω του κατάγματος, συνιστάται συχνά χειρουργική επέμβαση.
– Γιατί: Η σημαντική βράχυνση μπορεί να προκαλέσει εμβιομηχανικές αλλαγές στον ώμο και το θώρακα, οδηγώντας σε χρόνιο πόνο, δυσλειτουργία του ώμου και παραμόρφωση. Η χειρουργική επέμβαση αποκαθιστά την κλείδα στο φυσιολογικό της μήκος, προάγοντας τη σωστή λειτουργία του ώμου και μειώνοντας τις μακροπρόθεσμες επιπλοκές.
6. Κατάγματα του άπω άκρου της κλείδας (κοντά στον ώμο)
– Πότε: Συνήθως συνιστάται χειρουργική επέμβαση για τα κατάγματα της άπω κλείδας, ιδίως εάν είναι ασταθή.
– Γιατί: Το άπω άκρο κλείδα είναι λιγότερο πιθανό να επουλωθεί σωστά χωρίς χειρουργική επέμβαση λόγω της συμμετοχής των συνδέσμων που σταθεροποιούν τον ώμο. Τα ασταθή κατάγματα στην περιοχή αυτή είναι επιρρεπή σε μη πώρωση. Η χειρουργική επέμβαση με σταθεροποίηση με πλάκα ή με αποκατάσταση των συνδέσμων βοηθά στην αποκατάσταση της σταθερότητας και της λειτουργίας του ώμου.
Επιπρόσθετα, έχει αποδειχθεί σε μελέτες ότι στις γυναίκες και στους καπνιστές, υπάρχει αυξημένη πιθανότητα μη πώρωσης του κατάγματος της κλείδας οπότε στην απόφαση για χειρουργική ή μη αντιμετώπιση θα πρέπει να συνυπολογιστούν και αυτοί οι παράγοντες.
Τα πλεονεκτήματα της χειρουργικής αντιμετώπισης του κατάγματος της κλείδας συνοψίζονται στα ακόλουθα:
- Περισσότερο προβλέψιμο αποτέλεσμα και περισσότερες πιθανότητες για σωστή και ταχεία επούλωση του κατάγματος
- Ταχύτερη αποκατάσταση
- Καλύτερα λειτουργικά αποτελέσματα
- Καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα
- Λιγότερες επιπλοκές σε βάθος χρόνου
Η σύγχρονη αντιμετώπιση του κατάγματος κλείδας περιλαμβάνει και τη χειρουργική αντιμετώπιση όπου υπάρχουν ενδείξεις ώστε να έχουμε πάντα το βέλτιστο αποτέλεσμα για τους ασθενείς.